Κάποτε αποφασίσθηκε από τα ζώα του δάσους, όπου ζω, να μιμηθούν λίγο τους ανθρώπους σε διάφορες καθημερινές τους συνήθειες, όπου αυτό θα ήταν χρήσιμο για το δάσος και μόνο.
Όλα τα ζώα κατέθεσαν τις απόψεις τους, αλλά περισσότερη εντύπωση και έκπληξη προκάλεσε η άποψη της σοφής κουκουβάγιας : “Τα ζώα του δάσους μας καλό θα είναι να έχουν ένα δικό τους νόμισμα ακριβώς όπως οι άνθρωποι.” Πολλά από αυτά γέλασαν μα πιο πολύ το τσακάλι και ο λύκος αφού ποτέ δεν τους είχε γεννηθεί η επιθυμία να αγοράσουν κάτι. Απλά έμπαιναν όπου ήθελαν και το άρπαζαν. Όμως η σοφή κουκουβάγια επέμενε ότι και αυτά τα άγρια ζώα θα άλλαζαν, αν το σύμβολο του νομίσματος έμπαινε μέσα στις καθημερινές σχέσεις στο δάσος.
Τέλος πάντων, σύμφωνα πάντα με την άποψη της κουκουβάγιας θα έπρεπε να διαλέξουνε για νόμισμα ένα είδος που να υπάρχει σε αρκετή αφθονία στο δάσος, ώστε όλα τα ζώα να μπορούν να το μαζεύουν, να μην αλλοιώνεται μέσα στον χρόνο αλλά να έχει διάρκεια σαν αιώνια και αγνή απόδειξη κόπων και εργατικότητας μέσα στο δάσος. Κάποια ζώα πρότειναν το καρπούζι για το κόκκινο χρώμα του, κάποια άλλα πρότειναν το τριαντάφυλλο και τον μενεξέ για την μυρωδιά τους, όμως η κουκουβάγια τα απέρριψε όλα.
Τότε ένας σκίουρος ταπεινά είχε μία φαεινή ιδέα : “Εδώ στο δάσος τί έχουμε σε αφθονία;” ρώτησε προβληματισμένος τα ζώα. Όλα περίμεναν ότι πάλι θα τους μιλήσει για τα ωραία βαλανίδια και είχαν κουραστεί να τον ακούνε. Βιαστικά για να τον διακόψει πετάχτηκε ένας λαγός και φώναξε : “Πεύκα, πολλά πεύκα.”
“Ε, τότε...” είπε ένας ασβός “ας βάλουμε σαν κοινό μας νόμισμα το κουκουνάρι. Δεν χαλάει, δεν έχει άσχημη μυρωδιά, υπάρχει σε αφθονία στο δάσος ώστε όλοι αν δουλέψουν θα μπορούν να το αποκτήσουν, υπάρχει σε διάφορα μεγέθη μικρά, μεσαία, μεγάλα, ακριβώς όπως ένα ανθρώπινο νόμισμα. Μα το κυριότερο, το κουκουνάρι, εκτός του ότι θα κάνει τους υπηκόους του δάσους πλούσιους, θα αναπαράγει τα πεύκα και θα μεγαλώσει το δάσος. Μεγαλύτερο δάσος, πιο πολλά πεύκα, περισσότερες κρυψώνες και φωλιές, περισσότερα κουκουνάρια και πάει λέγοντας. Ένας ωραίος φαύλος κύκλος.”
“Χμμ, χμμ. Αυτή είναι η μεγαλύτερη ανακάλυψη των ζώων από την γέννηση αυτού του δάσους.” σκέφθηκαν όλα. Και όλα με μία φωνή ψήφισαν ναι, εκτός από τους λύκους και τα τσακάλια.
Από εκείνη την ημέρα άρχισαν να συμβαίνουν πολλά καλά στο δάσος αλλά και στο διπλανό χωριό. Πολλά μελίσσια μετακόμισαν εδώ, ακόμη επειδή το μέρος κρίθηκε κατάλληλο για χώρος κατασκήνωσης, γέμιζε τα καλοκαίρια με παιδιά. Στο διπλανό χωριό οι κάτοικοι ήσαν πολύ ευχαριστημένοι γιατί το χωριό τους απέκτησε κίνηση και έτσι άρχισαν και εκείνοι να έχουν εισοδήματα και να ζουν πιο άνετα. Έτσι πέρασαν πολλά όμορφα χρόνια, όπου όλα τα ζώα αλλά και οι άνθρωποι ήσαν ευχαριστημένοι. Το δάσος τους είχε δώσει πνοή.
Ώσπου μια μέρα συνέβη κάτι το αναπάντεχο. Ένα γέρικο πεύκο έγειρε ξαφνικά και έπεσε πάνω σε μια καλύβα, χωρίς ευτυχώς να τραυματίσει κανένα. Αυτό ήταν η πρώτη αφορμή. Μετά από σύντομο διάστημα συνέβη κάτι που ανησύχησε όλους. Ξέσπασε φωτιά από κάποια απροσεξία που στη συνέχεια μεταδόθηκε και έκαψε λίγα ευτυχώς πεύκα. Αυτό ήταν η δεύτερη αφορμή. Μετά από μερικές ημέρες ξέσπασε μεγάλη πυρκαγιά στο όμορφο δάσος και έκαψε ένα πολύ μεγάλο μέρος του. Αυτή ήταν η τρίτη αφορμή για την δημοκρατία του δάσους. Συγκλήθηκε έκτακτα το κοινοβούλιο των ζώων για να αποφασίσουν τί θα κάνουν. Να μην τα πολυλογώ αποφασίστηκε ότι πρέπει να ανακόψουν την ανάπτυξη του δάσους γιατί τα πεύκα ήταν επικίνδυνα τελικά για την ίδια τους την ζωή. Αποφασίστηκε να πάψει το κουκουνάρι να είναι το κοινό τους νόμισμα και να αντικατασταθεί με κάτι άλλο που να διαδίδεται και ας μην είναι κάτι χρήσιμο. Γιατί, το κουκουνάρι ήταν; Ένας μπούφος είχε έλθει σε επαφή με άλλες δασικές κοινότητες και διαδιδόταν από ενισχυμένες φήμες ότι καλό θα ήταν το κουκουνάρι που είχε αρχικά υιοθετηθεί και από άλλους, να αντικατασταθεί με κάτι άλλο πιο αδρανές, που πρέπει να υπάρχει και σε άλλες περιοχές, ώστε να δοθεί σε όλες ευκαιρία για ανάπτυξη και πρόοδο. Υπήρχε η φήμη ότι γίνονταν ήδη πειράματα με κάποιο άλλο είδος που υπάρχει σε μεγάλη αφθονία, αλλά δεν μπορούσαν να μάθουν ποιό είδος ήταν αυτό. Υπήρχε άκρα μυστικότης.
Ένα συννεφιασμένο πρωινό ανακοινώθηκε από το κοινοβούλιο ότι το νέο νόμισμα θα είναι το ...γαϊδουράγκαθο. Αυτό όντως υπήρχε σε μεγάλες ποσότητες και σε πολλές περιοχές δίνοντας έτσι δίκαια την δυνατότητα να μπορέσουν να πλουτίσουν και οι υποβαθμισμένες περιοχές που δεν είχαν ποτέ πεύκα αλλά μόνο αγκάθια στην γη τους. Ήταν άδικο εκείνα τα ζώα που ζούσαν εκεί να μην μπορούν να πλουτίσουν.
Ακολούθησε νέα περίοδος στην ζωή όλων. Το γαϊδουράγκαθο ήταν πολύ εύκολο για οποιοδήποτε ζώο να το βρει και να το μαζέψει. Ήταν ελαφρύ και έτσι μπορούσε να μεταφερθεί στις φωλιές ακόμα και από τα ζώα που δεν μπορούσαν να μεταφέρουν τα βαριά κουκουνάρια. Βέβαια υπήρχε ένα μειονέκτημα : Το γαϊδουράγκαθο αγκύλωνε όποιον το ακουμπούσε κάτι που αποσιωπήθηκε.
Πέρασε αρκετός καιρός από το νέο αυτό ξεκίνημα με το γαϊδουράγκαθο σαν νόμισμα. Με το παραμικρό φύσημα του ανέμου, ένα πυκνό λεφούσι σπόρων γαϊδουράγκαθου σηκωνόταν στον αέρα και έπεφτε πιο δίπλα και μετά πιο δίπλα καταλαμβάνοντας όλο και πιο πολλά εδάφη του μεγάλου δάσους. Το πολύτιμο φυτό είχε πλέον γίνει καθημερινό γεγονός αφήνοντας πίσω στην λήθη το επικίνδυνο παρελθόν των κουκουναριών. Όμως και τώρα υπήρχαν κάποια προβλήματα... Σε όποια περιοχή και να πήγαιναν τα ζώα για να το μαζέψουν, τους ήταν οδυνηρό να σκύβουν και εκείνο να τους τσιμπάει και να τους πονάει. Κάτι ακόμα που τα προβλημάτιζε ήταν ότι ενώ όλα είχαν μαζέψει αυτόν τον προαναγγελθέντα θησαυρό στις φωλιές τους, η ζωή τους αντί για καλλίτερη είχε γίνει χειρότερη. Μάλλον για να είμαι ειλικρινής πολύ χειρότερη...
Ευτυχώς που στην ζωή του δάσους υπήρχαν κάποια φωτισμένα μυαλά που από την αρχή δεν συμφωνούσαν με την εφαρμογή του νομίσματος στο μεγάλο δάσος. Και δεν εννοώ βέβαια τα τσακάλια και τους λύκους.
Υπάρχει μία γενική αρχή στην μητέρα φύση, όταν τα πράγματα στριμώχνονται γενικότερα και πρέπει να δοθεί μία λύση, τότε έρχεται μία έμπνευση σε ένα τέτοιο φωτισμένο μυαλό και αναλαμβάνει όποιο μυαλό είναι αυτό να ...καθαρίσει για όλη την ανθρωπότητα. Έτσι σε μία στοχαστική κατάσταση και εν μέσω Ευρωπαϊκής πανούκλας που έπληττε τότε όλη την γηραιά ήπειρο, το πανεπιστήμιο όπου δίδασκε ο Νεύτων κλείνει για προληπτικούς λόγους, εκείνος είναι ξαπλωμένος νωχελικά και ειρηνικά κάτω από μία μηλιά στο κτήμα της οικογενείας του. Ξαφνικά πέφτει ένα μήλο από ένα κλαδί της. Και εκείνος ξαφνικά αναρωτιέται : Γιατί το μήλο δεν πάει προς τα επάνω αλλά προς τα κάτω; Εξ αυτού προέκυψε ο νόμος της παγκόσμιας έλξης που όπως είναι γνωστό έδωσε μια νέα τεράστια ώθηση στις επιστήμες.
Γιατί σας τα λέω όλα αυτά; Ίσως γιατί θα πρέπει να συνεργαστούμε ζώα και άνθρωποι για να επιλύσουμε κάποια παράλληλα προβλήματα. Εμείς έχουμε τώρα το πρόβλημα αν θα επιστρέψουμε πίσω στα κουκουνάρια ή θα κρατήσουμε τα γαϊδουράγκαθα. Εσείς έχετε ένα ανάλογο πρόβλημα εάν θα επιστρέψετε στην δραχμή ή θα κρατήσετε το ευρωπαϊκό κοινό νόμισμα. Μας χρειάζεται μια έμπνευση που θα μας σηκώσει προς τα επάνω όπως εκείνη η Αρχή του Αρχιμήδη, της άνωσης που αναπτύσσουν τα σώματα όταν βυθίζονται μέσα σε υγρά. Τα σώματα που έχουν εκτόπισμα εννοείται, γιατί τα υπόλοιπα βυθίζονται. Και πώς θα αναπτύξουμε το εκτόπισμά μας; Τις προάλλες μου ήλθε στο μυαλό η εικόνα μιας κότας που κλωσούσε τα αυγά της και φρόντιζε να τα κρατάει σφιχτά κάτω από τα πούπουλά της για να τα έχει συνεχώς ζεστά. Μόνο έτσι λοιπόν. Μην μένετε χλιαροί απέναντι στις καταστάσεις γιατί η χλιαρότης είναι μισή ζεστασιά. Και με μισή ζεστασιά δεν γεννοβολάει τίποτα!
Όλα τα ζώα κατέθεσαν τις απόψεις τους, αλλά περισσότερη εντύπωση και έκπληξη προκάλεσε η άποψη της σοφής κουκουβάγιας : “Τα ζώα του δάσους μας καλό θα είναι να έχουν ένα δικό τους νόμισμα ακριβώς όπως οι άνθρωποι.” Πολλά από αυτά γέλασαν μα πιο πολύ το τσακάλι και ο λύκος αφού ποτέ δεν τους είχε γεννηθεί η επιθυμία να αγοράσουν κάτι. Απλά έμπαιναν όπου ήθελαν και το άρπαζαν. Όμως η σοφή κουκουβάγια επέμενε ότι και αυτά τα άγρια ζώα θα άλλαζαν, αν το σύμβολο του νομίσματος έμπαινε μέσα στις καθημερινές σχέσεις στο δάσος.
Τέλος πάντων, σύμφωνα πάντα με την άποψη της κουκουβάγιας θα έπρεπε να διαλέξουνε για νόμισμα ένα είδος που να υπάρχει σε αρκετή αφθονία στο δάσος, ώστε όλα τα ζώα να μπορούν να το μαζεύουν, να μην αλλοιώνεται μέσα στον χρόνο αλλά να έχει διάρκεια σαν αιώνια και αγνή απόδειξη κόπων και εργατικότητας μέσα στο δάσος. Κάποια ζώα πρότειναν το καρπούζι για το κόκκινο χρώμα του, κάποια άλλα πρότειναν το τριαντάφυλλο και τον μενεξέ για την μυρωδιά τους, όμως η κουκουβάγια τα απέρριψε όλα.
Τότε ένας σκίουρος ταπεινά είχε μία φαεινή ιδέα : “Εδώ στο δάσος τί έχουμε σε αφθονία;” ρώτησε προβληματισμένος τα ζώα. Όλα περίμεναν ότι πάλι θα τους μιλήσει για τα ωραία βαλανίδια και είχαν κουραστεί να τον ακούνε. Βιαστικά για να τον διακόψει πετάχτηκε ένας λαγός και φώναξε : “Πεύκα, πολλά πεύκα.”
“Ε, τότε...” είπε ένας ασβός “ας βάλουμε σαν κοινό μας νόμισμα το κουκουνάρι. Δεν χαλάει, δεν έχει άσχημη μυρωδιά, υπάρχει σε αφθονία στο δάσος ώστε όλοι αν δουλέψουν θα μπορούν να το αποκτήσουν, υπάρχει σε διάφορα μεγέθη μικρά, μεσαία, μεγάλα, ακριβώς όπως ένα ανθρώπινο νόμισμα. Μα το κυριότερο, το κουκουνάρι, εκτός του ότι θα κάνει τους υπηκόους του δάσους πλούσιους, θα αναπαράγει τα πεύκα και θα μεγαλώσει το δάσος. Μεγαλύτερο δάσος, πιο πολλά πεύκα, περισσότερες κρυψώνες και φωλιές, περισσότερα κουκουνάρια και πάει λέγοντας. Ένας ωραίος φαύλος κύκλος.”
“Χμμ, χμμ. Αυτή είναι η μεγαλύτερη ανακάλυψη των ζώων από την γέννηση αυτού του δάσους.” σκέφθηκαν όλα. Και όλα με μία φωνή ψήφισαν ναι, εκτός από τους λύκους και τα τσακάλια.
Από εκείνη την ημέρα άρχισαν να συμβαίνουν πολλά καλά στο δάσος αλλά και στο διπλανό χωριό. Πολλά μελίσσια μετακόμισαν εδώ, ακόμη επειδή το μέρος κρίθηκε κατάλληλο για χώρος κατασκήνωσης, γέμιζε τα καλοκαίρια με παιδιά. Στο διπλανό χωριό οι κάτοικοι ήσαν πολύ ευχαριστημένοι γιατί το χωριό τους απέκτησε κίνηση και έτσι άρχισαν και εκείνοι να έχουν εισοδήματα και να ζουν πιο άνετα. Έτσι πέρασαν πολλά όμορφα χρόνια, όπου όλα τα ζώα αλλά και οι άνθρωποι ήσαν ευχαριστημένοι. Το δάσος τους είχε δώσει πνοή.
Ώσπου μια μέρα συνέβη κάτι το αναπάντεχο. Ένα γέρικο πεύκο έγειρε ξαφνικά και έπεσε πάνω σε μια καλύβα, χωρίς ευτυχώς να τραυματίσει κανένα. Αυτό ήταν η πρώτη αφορμή. Μετά από σύντομο διάστημα συνέβη κάτι που ανησύχησε όλους. Ξέσπασε φωτιά από κάποια απροσεξία που στη συνέχεια μεταδόθηκε και έκαψε λίγα ευτυχώς πεύκα. Αυτό ήταν η δεύτερη αφορμή. Μετά από μερικές ημέρες ξέσπασε μεγάλη πυρκαγιά στο όμορφο δάσος και έκαψε ένα πολύ μεγάλο μέρος του. Αυτή ήταν η τρίτη αφορμή για την δημοκρατία του δάσους. Συγκλήθηκε έκτακτα το κοινοβούλιο των ζώων για να αποφασίσουν τί θα κάνουν. Να μην τα πολυλογώ αποφασίστηκε ότι πρέπει να ανακόψουν την ανάπτυξη του δάσους γιατί τα πεύκα ήταν επικίνδυνα τελικά για την ίδια τους την ζωή. Αποφασίστηκε να πάψει το κουκουνάρι να είναι το κοινό τους νόμισμα και να αντικατασταθεί με κάτι άλλο που να διαδίδεται και ας μην είναι κάτι χρήσιμο. Γιατί, το κουκουνάρι ήταν; Ένας μπούφος είχε έλθει σε επαφή με άλλες δασικές κοινότητες και διαδιδόταν από ενισχυμένες φήμες ότι καλό θα ήταν το κουκουνάρι που είχε αρχικά υιοθετηθεί και από άλλους, να αντικατασταθεί με κάτι άλλο πιο αδρανές, που πρέπει να υπάρχει και σε άλλες περιοχές, ώστε να δοθεί σε όλες ευκαιρία για ανάπτυξη και πρόοδο. Υπήρχε η φήμη ότι γίνονταν ήδη πειράματα με κάποιο άλλο είδος που υπάρχει σε μεγάλη αφθονία, αλλά δεν μπορούσαν να μάθουν ποιό είδος ήταν αυτό. Υπήρχε άκρα μυστικότης.
Ένα συννεφιασμένο πρωινό ανακοινώθηκε από το κοινοβούλιο ότι το νέο νόμισμα θα είναι το ...γαϊδουράγκαθο. Αυτό όντως υπήρχε σε μεγάλες ποσότητες και σε πολλές περιοχές δίνοντας έτσι δίκαια την δυνατότητα να μπορέσουν να πλουτίσουν και οι υποβαθμισμένες περιοχές που δεν είχαν ποτέ πεύκα αλλά μόνο αγκάθια στην γη τους. Ήταν άδικο εκείνα τα ζώα που ζούσαν εκεί να μην μπορούν να πλουτίσουν.
Ακολούθησε νέα περίοδος στην ζωή όλων. Το γαϊδουράγκαθο ήταν πολύ εύκολο για οποιοδήποτε ζώο να το βρει και να το μαζέψει. Ήταν ελαφρύ και έτσι μπορούσε να μεταφερθεί στις φωλιές ακόμα και από τα ζώα που δεν μπορούσαν να μεταφέρουν τα βαριά κουκουνάρια. Βέβαια υπήρχε ένα μειονέκτημα : Το γαϊδουράγκαθο αγκύλωνε όποιον το ακουμπούσε κάτι που αποσιωπήθηκε.
Πέρασε αρκετός καιρός από το νέο αυτό ξεκίνημα με το γαϊδουράγκαθο σαν νόμισμα. Με το παραμικρό φύσημα του ανέμου, ένα πυκνό λεφούσι σπόρων γαϊδουράγκαθου σηκωνόταν στον αέρα και έπεφτε πιο δίπλα και μετά πιο δίπλα καταλαμβάνοντας όλο και πιο πολλά εδάφη του μεγάλου δάσους. Το πολύτιμο φυτό είχε πλέον γίνει καθημερινό γεγονός αφήνοντας πίσω στην λήθη το επικίνδυνο παρελθόν των κουκουναριών. Όμως και τώρα υπήρχαν κάποια προβλήματα... Σε όποια περιοχή και να πήγαιναν τα ζώα για να το μαζέψουν, τους ήταν οδυνηρό να σκύβουν και εκείνο να τους τσιμπάει και να τους πονάει. Κάτι ακόμα που τα προβλημάτιζε ήταν ότι ενώ όλα είχαν μαζέψει αυτόν τον προαναγγελθέντα θησαυρό στις φωλιές τους, η ζωή τους αντί για καλλίτερη είχε γίνει χειρότερη. Μάλλον για να είμαι ειλικρινής πολύ χειρότερη...
Ευτυχώς που στην ζωή του δάσους υπήρχαν κάποια φωτισμένα μυαλά που από την αρχή δεν συμφωνούσαν με την εφαρμογή του νομίσματος στο μεγάλο δάσος. Και δεν εννοώ βέβαια τα τσακάλια και τους λύκους.
Υπάρχει μία γενική αρχή στην μητέρα φύση, όταν τα πράγματα στριμώχνονται γενικότερα και πρέπει να δοθεί μία λύση, τότε έρχεται μία έμπνευση σε ένα τέτοιο φωτισμένο μυαλό και αναλαμβάνει όποιο μυαλό είναι αυτό να ...καθαρίσει για όλη την ανθρωπότητα. Έτσι σε μία στοχαστική κατάσταση και εν μέσω Ευρωπαϊκής πανούκλας που έπληττε τότε όλη την γηραιά ήπειρο, το πανεπιστήμιο όπου δίδασκε ο Νεύτων κλείνει για προληπτικούς λόγους, εκείνος είναι ξαπλωμένος νωχελικά και ειρηνικά κάτω από μία μηλιά στο κτήμα της οικογενείας του. Ξαφνικά πέφτει ένα μήλο από ένα κλαδί της. Και εκείνος ξαφνικά αναρωτιέται : Γιατί το μήλο δεν πάει προς τα επάνω αλλά προς τα κάτω; Εξ αυτού προέκυψε ο νόμος της παγκόσμιας έλξης που όπως είναι γνωστό έδωσε μια νέα τεράστια ώθηση στις επιστήμες.
Γιατί σας τα λέω όλα αυτά; Ίσως γιατί θα πρέπει να συνεργαστούμε ζώα και άνθρωποι για να επιλύσουμε κάποια παράλληλα προβλήματα. Εμείς έχουμε τώρα το πρόβλημα αν θα επιστρέψουμε πίσω στα κουκουνάρια ή θα κρατήσουμε τα γαϊδουράγκαθα. Εσείς έχετε ένα ανάλογο πρόβλημα εάν θα επιστρέψετε στην δραχμή ή θα κρατήσετε το ευρωπαϊκό κοινό νόμισμα. Μας χρειάζεται μια έμπνευση που θα μας σηκώσει προς τα επάνω όπως εκείνη η Αρχή του Αρχιμήδη, της άνωσης που αναπτύσσουν τα σώματα όταν βυθίζονται μέσα σε υγρά. Τα σώματα που έχουν εκτόπισμα εννοείται, γιατί τα υπόλοιπα βυθίζονται. Και πώς θα αναπτύξουμε το εκτόπισμά μας; Τις προάλλες μου ήλθε στο μυαλό η εικόνα μιας κότας που κλωσούσε τα αυγά της και φρόντιζε να τα κρατάει σφιχτά κάτω από τα πούπουλά της για να τα έχει συνεχώς ζεστά. Μόνο έτσι λοιπόν. Μην μένετε χλιαροί απέναντι στις καταστάσεις γιατί η χλιαρότης είναι μισή ζεστασιά. Και με μισή ζεστασιά δεν γεννοβολάει τίποτα!
Καππαδόκης